Σχήμα Σώματος και Τρόπος Ύπαρξης στον Κόσμο

Μαριλύν Πιζάντε

«Η ζωή φτιάχνει σχήματα. Αυτά τα σχήματα είναι μέρος μιας οργανωτικής διαδικασίας που ενσωματώνει συναισθήματα, σκέψεις, και βιώματα σε μια δομή. Αυτή η δομή με τη σειρά της, κατευθύνει τα γεγονότα της ύπαρξης.»
~ Keleman, 1985, σελ.xi

«Ο οργανισμός σαν ένα όργανο δράσης στην ουσία δημιουργεί την συμπεριφορά του. Δημιουργεί το βίωμά του και του δίνει σχήμα έτσι ώστε να γίνεται μια προσωποποιημένη αντίδραση στις καταστάσεις.»
~ Keleman, 2013, σελ. 95-96

Εισαγωγή

Στην ψυχοθεραπευτική προσέγγιση της Βιοσύνθεσης δίνεται έμφαση στην σωματική οργάνωση που βρίσκεται στη βάση της ψυχολογικής οργάνωσης. Η θεώρηση που έχουν οι περισσότερες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις ως προς την ψυχοπαθολογία, είναι ότι ο άνθρωπος αναγκάζεται να προσαρμοστεί ψυχολογικά στις συνθήκες που συναντά όταν έρχε- ται στον κόσμο, μια προσαρμογή που τον βοηθά μεν να επιβιώσει, αλλά δημιουργεί προβλήματα στη μετέπειτα ζωή του. Η Βιοσύνθεση ασχολείται όχι μόνο με την ψυχολογική, αλλά και με τη σωματική διάσταση αυτής της προσαρμογής.

Τη σωματική αυτή οργάνωση θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε και σαν ένα σχήμα που δημιουργεί το σώμα του ανθρώπου για να ανταπεξέλθει στις συνθήκες στις οποίες θα βρεθεί στο ξεκίνημα της ζωής του.

Οι συνθήκες αυτές στην ουσία αναφέρονται κυρίως στη συνύπαρξη με τη μητέρα, ξεκινώντας από την ενδομήτρια ζωή. Αν ασχοληθούμε με διάσταση αυτής της συνύπαρξης και την προσαρμογή που απαιτεί από τον άνθρωπο, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ο άνθρωπος αναγκάζεται να πάρει κάποιο σχήμα για να συνυπάρξει με τη μητέρα του ή με το άτομο που την αντικαθιστά.

Το σχήμα αυτό επηρεάζει και τις μετέπειτα σχέσεις του ανθρώπου στην ενήλικη ζωή του και συμβάλλει στην ακούσια αναπαραγωγή των τραυματικών δυναμικών που έχει βιώσει τη βρεφική και παιδική του ηλικία.

Μέσα από τη θεώρηση της ψυχικής οργάνωσης και προσαρμογής σαν σχήμα, ανοίγονται σημαντικές ψυχοθεραπευτικές δυνατότητες στις σωματικές ψυχοθεραπείες, και πιο συγκεκριμένα στη μέθοδο της Βιοσύνθεσης. Η Βιοσύνθεση μπορεί να συμβάλει στο μετασχηματισμό του υπάρχοντος σχήματος σε κάποιο άλλο, περισσότερο λειτουργικό, που θα επιτρέψει στο θεραπευόμενο να ανοιχτεί σε νέες δυνατότητες και νέες πραγματικότητες.

Η συνύπαρξη με τη μητέρα

Ο άνθρωπος δεν υπάρχει στον κόσμο μέσα σε ένα κενό. Υπάρχει σε συνάρτηση με το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκεται, δηλαδή την οικογένειά του, αλλά και τη χώρα και την κοινωνία και την εποχή στην οποία ζει. Ο Kurt Lewin, ένας από τους πρωτοπόρους της κοινωνικής και εφαρμοσμένης ψυχολογίας στις Η.Π.Α., στη Θεωρία των Πεδίων μελέτησε την αλληλοεξάρτηση μεταξύ του ατόμου και του κοινωνικού του περιβάλλοντος.1 Επίσης, ο Gregory Bateson, ο οποίος εισή- γαγε τη συστημική σκέψη στην ψυχιατρική, θεωρεί ότι ο ορισμός του κάθε πράγματος είναι συνάρτηση των σχέσεων που το πράγμα αυτό έχει με τα άλλα πράγματα.2 Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν μπορεί να μελετηθεί ξέχωρα από το περιβάλλον του, και δεν υπάρχει σαν οντότητα έξω από αυτό.

Στο ξεκίνημα της ζωής του, το περιβάλλον του ανθρώπου είναι οι γονείς του και κυρίως η μητέρα. Η ζωή ξεκινάει μέσα στη μήτρα, και στη συνέχεια το βρέφος είναι σε μια συνεχή ψυχολογική και σωματική επαφή με τη μητέρα του, μέσα από το θηλασμό και τη σωματική φροντίδα που του παρέχει. Με άλλα λόγια, στην αρχή της ζωής μας δεν υπάρχουμε σαν ξεχωριστή οντότητα, αλλά είμαστε αλληλένδετοι με τη μητέρα, όχι μόνο ψυχολογικά, αλλά και σωματικά.

Ο Winnicot έχει γράψει ότι

«Δεν υπάρχει η έννοια μωρό, υπάρχει μωρό και κάποιος» (Winnicott,1960, σελ. 39),

εννοώ- ντας ότι δε νοείται η ύπαρξη ενός βρέφους ξεχωριστά από τη μητέ- ρα του. Θεωρεί, δηλαδή, ότι το δυναμικό με το οποίο έρχεται ένα βρέφος δεν μπορεί να υλοποιηθεί, να στηριχτεί, να διαμορφωθεί και στην ουσία να υπάρξει, χωρίς την συναισθηματική και πρακτική στήριξη και φροντίδα που θα πάρει από το άτομο που το φροντίζει, που συνήθως είναι η μητέρα.

Στη σωματική διάσταση, αυτή η συνύπαρξη μητέρας και βρέφους γίνεται δυνατή αρχικά μέσα από τον πλακούντα. Ο πλακούντας είναι το όργανο που μοιράζεται η μητέρα με το βρέφος, ένα όργανο που «ανήκει και στη μητέρα και στο μωρό, στη [μονάδα] μητέρα-μωρό.... Ο πλακούντας αντιπροσωπεύει μια πρωταρχική διυποκειμενικότητα – μια διυποκειμενικότητα μέσα στην οποία γεννιόμαστε, αυτό είναι το πρωταρχικό μας σώμα. Μοιραζόμαστε ένα σώμα πριν αναπτύξουμε ένα διαφοροποιημένο, εξατομικευμένο σώμα» (Ben-Shahar, 2013, σελ. 132) Μέσα από τον πλακούντα το βρέφος θρέφεται, αλλά και επικοινωνεί με τη μητέρα και το ενδοκρινικό της σύστημα, αλλά και με το συναισθηματικό της κόσμο, και με τον τρόπο αυτό με τη σειρά του, διαμορφώνει τη μήτρα. Με άλλα λόγια, μέσω του πλακούντα δημιουργείται ένα κοινό πεδίο μέσα στο οποίο συνυπάρχουν μτέρα και βρέφος. Στην αρχή της ζωής μας δεν είμαστε ένα ξεχωριστό βιολογικό, αλλά ούτε ψυχολογικό ον.

Πολλοί συγγραφείς περιγράφουν αυτή την συνύπαρξη, ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Σύμφωνα με τον Allan Schore, το βρέφος δεν είναι ένα αυτόνομο σύστημα, ή ένα κλειστό κύκλωμα, αλλά βρίσκεται σε στενή συνύπαρξη με τη μητέρα του, η οποία παίζει πρωταρχικό ρόλο στη συναισθηματική και βιολογική του οργάνωση. Το βρέφος δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τα δυνατά συναισθήματα φόβου, λύπης, θυμού αλλά και χαράς, που του προξενούν οι βιολογικές και ψυχολογικές του ανάγκες και η ικανοποίηση ή μη ικανοποίησή τους και χρειάζεται τη βοήθεια
της μητέρας του για να το κάνει. Για να γίνει αυτό, το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου της μητέρας συντονίζεται με το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου του βρέφους. Στην βρεφική ηλικία το δεξί ημισφαίριο είναι πιο ενεργοποιημένο από το αριστερό, πράγμα που σημαίνει ότι το βρέφος είναι ιδιαίτερα δεκτικο στα συναισθηματικά μηνύματα της μητέρας του, αλλά και ιδιαίτερα ευαίσθητο σε αυτά. Η μητέρα επιμε το συναισθηματικό της κόσμο, και με τον τρόπο αυτό με τη σειρά του, διαμορφώνει τη μήτρα. Με άλλα λόγια, μέσω του πλακούντα δημιουργείται ένα κοινό πεδίο μέσα στο οποίο συνυπάρχουν μητέρα και βρέφος. Στην αρχή της ζωής μας δεν είμαστε ένα ξεχωριστό βιολογικό, αλλά ούτε ψυχολογικό ον.

Πολλοί συγγραφείς περιγράφουν αυτή την συνύπαρξη, ο καθένας από τη δική του σκοπιά. Σύμφωνα με τον Allan Schore, το βρέφος δεν είναι ένα αυτόνομο σύστημα, ή ένα κλειστό κύκλωμα, αλλά βρίσκεται σε στενή συνύπαρξη με τη μητέρα του, η οποία παίζει πρωταρχικό ρόλο στη συναισθηματική και βιολογική του οργάνωση. Το βρέφος δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί τα δυνατά συναισθήματα φόβου, λύπης, θυμού αλλά και χαράς, που του προξενούν οι βιολογικές και ψυχολογικές του ανάγκες και η ικανοποίηση ή μη ικανοποίησή τους και χρειάζεται τη βοήθεια
της μητέρας του για να το κάνει. Για να γίνει αυτό, το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου της μητέρας συντονίζεται με το δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου του βρέφους. Στην βρεφική ηλικία το δεξί ημισφαίριο είναι πιο ενεργοποιημένο από το αριστερό, πράγμα που σημαίνει ότι το βρέφος είναι ιδιαίτερα δεκτικό στα συναισθηματικά μηνύματα της μητέρας του, αλλά και ιδιαίτερα ευαίσθητο σε αυτά. Η μητέρα επικοινωνεί με το βρέφος της μέσω της βλεμματικής επαφής, εκφράσεων του προσώπου, μικρών κινήσεων, μέσω του τόνου της φωνής, της ποιότητας του αγγίγματος κλπ. Μεταξύ μητέρας και βρέφους δημιουργείται ένα διυποκειμενικό πεδίο μέσα στο οποίο συνυπάρχουν. Η επικοινωνία μεταξύ μητέρας και βρέφους, και άρα οι εμπειρίες δεσμού που έχει το βρέφος με τη μητέρα του, διαμορφώνουν την αίσθηση εαυτού, τη θέση του ατόμου μέσα στον κόσμο, την ικανότητα αυτορρύθμισης, τη δυνατότητα επικοινωνίας με τον εσωτερικό κόσμο των άλλων και τη μη συνειδητή μάθηση όσον αφορά το σχετίζεσθαι.

Σύμφωνα πάντα με τον Allan Schore το δεξί ημισφαίριο σχετίζεται με διεργασίες που έχουν να κάνουν με ερεθίσματα που λαμβάνει κανείς έξω, αλλά και μέσα από το σώμα του. Επίσης, είναι στενά συνδεδεμένο με το συμπαθητικό νευρικό σύστημα που κινητοποιεί την ενέργεια, και με το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα που επιβραδύνει την ενέργεια.3 Θα μπορούσε, λοιπόν, να πει κανείς ότι συνδέεται με την αίσθηση που παίρνει κανείς από το σώμα του και τις σωματικές λειτουργίες και με αυτόν τον τρόπο συμβάλλει στη διαμόρφωση του σωματικού σχήματος που παίρνει κάποιος απαντώντας στα ερεθίσματα που συναντάει στο εξωτερικό περιβάλλον. Το δεξί ημισφαίριο λοιπόν, συμβάλλει στην ψυχολογική και βιολογική συνύπαρξη μητέρας και βρέφους, αλλά και στο είδος της σωματικής προσαρμογής που θα κάνει το βρέφος μέσα σε αυτήν την συνύπαρξη.

Ο Stanley Keleman θεωρεί ότι το σώμα του κάθε ανθρώπου έχει τρεις τρόπους μέσα από τους οποίους φαίνεται η ζωτικότητά του: παλμός, δόνηση και ροή. Το σώμα μας εμφανίζει και τα τρία αυτά φαινόμενα, τα οποία μπορεί να τα παρατηρήσει κανείς κοιτώντας κύτταρα μέσα από ένα μικροσκόπιο. Είναι οι κινήσεις που υπάρχουν στο σύμπαν. Στην αρχή της ζωής, ο παλμός, η δόνηση και η ροή του βρέφους, είναι απόλυτα συνδεδεμένα με τον παλμό, τη δόνηση και τη ροή της μητέρας του.4

«Δονήσεις, παλμοί, και ροές ειναι βασικά [στοιχεία] σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις... Το παιδί συνδέεται με τη μητέρα του μέσα από αυτά τα ζωτικά φαινόμενα. Καθώς διαμορφώνει τα όριά του και το δικό του παλμό, αρχίζει να διευρύνεται και να επεκτείνεται μακριά από τη μητέρα. Επεκτείνεται και ξανασυνδέεται, επεκτείνεται και επανασχηματίζει τις σχέσεις του και τον εαυτό του. Με αυτόν τον τρόπο, λίγο λίγο, αποκτά την προσωπικότητά του, κερδίζει την ανεξαρτησία του. Εάν επιτραπεί στο παιδί να αναπτύξει και να εντείνει τις δικές του ροές, θα γίνει ένα ζωντανό παράδειγμα του παράδοξου της ατομικότητας και της σύνδεσης»
~ Keleman, 1981, σελ. 37

Η έννοια του σχήματος

Σε μια τόσο στενή συνύπαρξη και αλληλεπίδραση μεταξύ μητέ- ρας και βρέφους, συνυπάρχουν δύο οργανισμοί οι οποίοι είναι διαφορετικοί. Για να συμβεί αυτή η συνύπαρξη θα υπερισχύσει ο ισχυρότερος οργανισμός, δηλαδή η μητέρα, και θα προσαρμοστεί ο πιο αδύναμος οργανισμός, δηλαδή το βρέφος. Με άλλα λόγια το βρέφος είναι αυτό που θα αναγκαστεί να διαμορφώσει ένα σχήμα που θα του επιτρέπει να εναρμονιστεί με το ψυχοβιολογικό ον που είναι η μητέρα του.

Το σχήμα αυτό διαμορφώνεται από αδιόρατες μυϊκές κινήσεις, όπως σφίξιμο, κατεύθυνση του βλέμματος προς τα μέσα ή προς τα έξω, παρεμπόδιση κάποιων παρορμήσεων, τονικότητα των μυών, υπερβολικό στήσιμο ή κατάρρευση, σκύψιμο και στάση υποταγής ή προκλητική στάση, «σπλιτάρισμα» κλπ..

Το σχήμα μας μετα- σχηματίζεται κατά τη διάρκεια της ζωής μας, με στόχο (που δεν επιτυγχάνεται πάντα) να πάρει μια μορφή που θα είναι προσωπική δική μας και όχι μια προσαρμογή σε κάποια κατάσταση. Το σχήμα μας αποτυπώνεται και διαμορφώνεται από τις εσωτερικές και εξωτερικές μας εμπειρίες, που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις μας με το περιβάλλον και τις συνθήκες που αυτές δημιουγούν, και τις προκλήσεις και το στρες της ύπαρξης.

Ο Stanley Keleman περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τη διαδικασία διαμόρφωσης του σχήματος του σώματος:

«Ο τρόπος που ζούμε το σώμα μας είναι η ιστορία της διαδικασίας μας. Η παρορμητικότητά μας τείνει να δημιουργήσει όρια ή έναν θύλακα για να ενσωματωθεί. Η ροή της διέγερσής μας αναστέλλεται σε κρίσιμα σημεία του κύκλου ανάπτυξης. Η ώθηση της παρορμητικότητάς μας πυροδοτεί μια αυτο-αναστολή που συγκρατεί τον εαυτό της, έτσι ώστε η παρορμητικότητά μας δε χάνει τελείως το 
σχήμα της. Συμμαζεύεται, εμπεριέχεται. Σχηματίζει ένα όριο, έναν θύλακα, μια εικόνα, ένα σώμα. Αυτή είναι η ανάπτυξη της οργάνωσης που αντιλαμβανόμαστε ως ‘’εγώ’’... Τα διαφορετικά επίπεδα διέγερσης παράγουν τις διαφορετικές εμπειρίες μας καθώς ζούμε, τις χαρές και τους πόνους που σχηματίζουν την προσωπικότητά μας»
~ Keleman, 1981, σελ. 30

Ο Rolef Ben-Shahar επίσης περιγράφει τη σωματική διεργασία που αντιστοιχεί στις ψυχικές διαδικασίες και διαμορφώνει σωματικά σχήματα:

«φτιάχνουμε σχήματα ζωής μέσα από κυτταρικές, μυϊκές, νευρολογικές και δομικές δυναμικές, μεσολαβώντας μεταξύ του μέσα και του έξω»
Ben- Shahar, 2013, σελ. 160

Οι συνθήκες τις οποίες θα συναντήσει το βρέφος στη σχέση του με τη μητέρα, από τη μήτρα ακόμα, θα καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα οργανωθεί ψυχολογικά, αλλά και σωματικά, μέσα από το σωματικό σχήμα που θα πάρει. Για παράδειγμα, μπορεί να αποσυρθεί και να συρρικνωθεί ή να οχυρωθεί για να αποφύγει κάποια επίθεση ή κάποια τοξική επαφή, ή μπορεί να διχοτομηθεί για να μπορέσει να διαχειριστεί κάποιο τραυματικό συμβάν, ή να φτιάξει κάποιο πολύ άκαμπτο και αδιαπέραστο όριο για να πλαισιώσει την παρόρμησή του η οποία είναι τελείως αδιαμόρφωτη και χωρίς όρια.

Το σχήμα αυτό συνήθως εμποδίζει ανάπτυξη, τη στήριξη και την έκφραση των χαρακτηριστικών και των ποιοτήτων του πυρήνα του ατόμου. Ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός και έχει τη δική του ροή ενέργειας, τους δικούς του παλμούς, και τη δική του δόνηση. Για να ζήσει μια ζωή με πληρότητα και να εκπληρώσει το δυναμικό με το οποίο έχει έρθει, χρειάζεται να αναγνωρίσει αρχικά, και στη συνέχεια να στηρίξει, τη δική του έκφραση ζωής. Η συνύπαρξη με τη μητέρα και το σχήμα που έχει αναγκαστεί να πάρει για να είναι μαζί της, συχνά διαστρεβλώνουν το άτομο σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να πάψει ακόμη και να αναγνωρίζει κάποιες από τις ιδιότητές του, ή εάν τις αναγνω- ρίζει να τις αξιολογεί αρνητικά, ή να μην αναγνωρίζει τις επιθυμίες του, την ανάγκη οριοθέτησής του, ή την κατεύθυνση που επιθυμεί να πάρει στη ζωή του.

Οι σχέσεις με τους άλλους

Σύμφωνα με τη θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων, η αντί- δραση του βρέφους στην επαφή του με το εξωτερικό περιβάλλον, διαμορφώνει την ενδοψυχική του δομή.5 Το βρέφος εσωτερικεύει τη σχέση του με τα σημαντικά άτομα της ζωής του και στη μετέπειτα ζωή του αναπαράγει αυτές τις εσωτερικευμένες σχέσεις και στις σχέσεις που φτιάχνει με άτομα του περιβάλλοντός του. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αναπαράγει το σχήμα το οποίο ήταν αναγκασμένος να πάρει για να συνυπάρξει με τη μητέρα του.

Στη συνύπαρξη μεταξύ δύο ατόμων, τα σχήματα που τα άτομα αυτά έχουν υιοθετήσει, θα συναντηθούν και θα υπάρξει μια αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Συχνά, τα σχήματα αυτά είναι συμπληρωματικά: για παράδειγμα, ένα άτομο που είναι αποσυρμένο προς τα μέσα, είναι πιθανό να σχετισθεί με ένα άτομο που είναι υπερβολικά διευρυμένο προς τα έξω. Στην πορεία των δύο αυτών ανθρώπων προς την πραγμάτωση του δικού τους προσωπικού σχήματος, του δικού τους τρόπου ύπαρξης, υπάρχει περίπτωση να υπάρξει δυσαρμονία. Δύο σχήματα που είναι συμπληρωματικά, συμβατά και εναρμονισμένα μεταξύ τους, μπορεί να αποσυντονιστούν όταν ο ένας από τους δύο ή και οι δύο, αρχίσουν να αναγνωρίζουν και να στηρίζουν το δικό τους προσωπικό σχήμα.

Στις σχέσεις υπάρχει μια συνεχής κίνηση, καθώς οι άνθρωποι ταλαντεύονται μεταξύ του σχήματος που έχουν και της ανάγκης να μετασχηματιστούν σε μια πορεία προς την πραγμάτωση του προ- σωπικού τους σχήματος (χωρίς βέβαια να το κατορθώνουν πάντα) και ταυτόχρονα έχουν απέναντί τους έναν άλλο άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται στη δική του αντίστοιχη διαδικασία.

Πως λειτουργεί η Βιοσύνθεση

Θα μπορούσαμε να δούμε την πορεία της ζωής μας και την ψυ- χοθεραπευτική δουλειά σαν την μετάβαση από το δυαδικό, προ- σαρμοσμένο σχήμα, στο δικό μας προσωπικό σχήμα. Είναι μια διαδικασία αποταύτισης και αποχωρισμού από ένα σχήμα που έχουμε αναγκαστεί να πάρουμε για να επιβιώσουμε, στο να αναγνωρίσουμε, να στηρίξουμε και να κάνουμε χώρο για το δικό μας σχήμα.

Στην πορεία προς την προσωπική έκφραση και το προσωπικό σχήμα, ο άνθρωπος μετασχηματίζεται διαρκώς. Στόχος της Βιοσύνθεσης είναι να κάνει ενεργό και συνειδητό αυτόν το μετασχηματισμό, μέσα από τη συνειδητοποίηση των σωματικών διεργασιών, όπως είναι, για παράδειγμα, οι μυϊκές κινήσεις, η αναχαίτιση ή αναστολή των παρορμήσεων, ο τρόπος οριοθέτησης κλπ. Η επίγνωση αυτή δίνει στο θεραπευόμενο τη δυνατότητα να παρέμβει και να επηρεάσει το σχήμα του προς την κατεύθυνση που εκείνος θέλει, παρεμβαίνοντας στην υπάρχουσα σωματική οργάνωση.

Ο θεραπευτής μπορεί να προτείνει στον θεραπευόμενο να δοκιμάσει κάποιες άλλες μυϊκές κινήσεις: για παράδειγμα, να στρέψει το βλέμμα του προς τον έξω κόσμο ή προς τον εσωτερικό του κόσμο, να απλώσει τα χέρια του για να διεκδικήσει αυτά που θέλει στη ζωή του, να προσπαθήσει να βάλει κάποια όρια στις παρορμήσεις του ή στα ερεθίσματα που έρχονται απ’ έξω, ή αντίθετα να κάνει τα όριά του πιο ευέλικτα κλπ. Ο θεραπευόμενος έχει τη δυνατότητα να διερευνήσει άλλα σχήματα, άλλες σωματικές οργανώσεις και να πειραματιστεί μέσα σ' αυτές. Μια διαφορετική στάση σώματος, μια διαφορετική τοποθέτηση των χεριών ή των ποδιών, μια αλλαγή στην κλίση του κεφαλιού και στην κατεύθυνση του βλέμματος, μπορεί να δημιουργήσει στο θεραπευόμενο διαφορετικά συναισθήματα με τα οποία καλείται να πειραματιστεί και να επιλέξει σε ποια σωματική (και κατ' επέκταση ψυχολογική) οργάνωση θέλει να υπάρχει.

Είναι σημαντικό να επισημάνουμε εδώ, ότι δουλεύοντας σωματικά ο ψυχοθεραπευτής έχει πρόσβαση σε προλεκτικά σχήματα συνύπαρξης (συνήθως με τη μητέρα) στα οποία οι λεκτικές θεραπείες δεν έχουν πρόσβαση.

Με τον τρόπο αυτό δίνεται η δυνατότητα στον άνθρωπο να ζήσει τη ζωή του σαν μια διαδικασία που διαμορφώνει ο ίδιος και όχι σαν μια προσαρμογή σε εξωτερικές συνθήκες.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1

Η Μαίρη είναι 32 ετών, μικρόσωμη και αδύνατη. Η φωνή της είναι πάντοτε πολύ σιγανή, σε βαθμό που δυσκολεύομαι συχνά να ακούσω τι λέει. Στην συγκεκριμένη συνεδρία είναι πολύ λυπημένη: για ακόμη μια φορά τσακώθηκε με το φίλο της γιατί εκείνος ένιωσε ότι δεν του δίνει αρκετή σημασία, δε μοιράζεται αρκετά τα βιώματά της μαζί του και τον απορρίπτει. Όσες φορές και αν έχει προσπαθήσει να του εξηγήσει ότι αυτό δε συμβαίνει, δεν καταφέρνει να τον πείσει. Ούτε καταφέρνει να του επικοινωνήσει το μέγεθος της δυσφορίας που της προκαλεί η συμπεριφορά του. Είναι σαν το δικό του παράπονο να καταλαμβάνει όλο το χώρο και το δικό της να παραμερίζεται τελείως.

Κάνοντας αυτήν την τελευταία παρατήρηση της ζητάω να μου δείξει με το σώμα της πόσο χώρο καταλαμβάνει η δική της εμπειρία. Μου δείχνει ότι η εμπειρία της βρίσκεται βαθιά χωμένη μέσα στο σώμα της. Τα μάτια της είναι στραμμένα προς τα μέσα και όταν της ζητάω να προσπαθήσει να απλώσει την εμπειρία της στο χώρο έξω από το σώμα της, συνειδητοποιεί ότι έχει τεράστια δυσκολία να κοιτάξει προς τα έξω. Αντιλαμβάνεται ότι έχει το φόβο ότι οι άλλοι άνθρωποι εκεί έξω δεν μπορούν να διαχειριστούν τη δική της εμπειρία γιατί είναι σε υπερβολικό βαθμό απασχολημένοι με τα δικά τους θέματα, τα οποία καταλαμβάνουν όλο το χώρο. Αυτό συνέβαινε και με τη μητέρα της, τα προβλήματα της οποίας κυριαρχούσαν στη μεταξύ τους σχέση, και εκείνη ήταν αναγκασμένη να κρατάει το δικό της βίωμα βαθιά μέσα της για να το προστατέψει.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2

Η Ελένη, 27 ετών, έρχεται σε επαφή με μια ανισορροπία μεταξύ της δεξιάς και αριστερής πλευράς του σώματός της. Συνειδητοποιεί ότι η μια πλευρά της δρα ξέχωρα από την άλλη. Καθώς επεξεργάζεται αυτή την επίγνωση, αρχίζει αυθόρμητα, να κάνει κινήσεις μια με την δεξιά της πλευρά, πόδια και χέρια, και μια με την αριστερή, κουνώντας της τα κάτω μια το δεξί της χέρι και πόδι, και μια το αριστερό της χέρι και πόδι σαν ένα είδος τραμπάλας, Αφού κάνει αυτές της κινήσεις αρκετή ώρα, αντιλαμβάνεται ότι προσπαθεί να ενοποιήσει και να εναρμονίσει την δεξιά και την αριστερή της πλευρά. Όσο ήταν διαχωρισμένες, και λειτουρ- γούσαν ανεξάρτητα η μία από την άλλη, η έλλειψη ενοποίη- σης και το κενό που δημιουργείτο μεταξύ τους, εμπόδιζε την πλήρη αντίληψη κάποιων τραυματικών για εκείνη καταστάσεων. Ήταν σαν το αντίκτυπο κάποιων ενοχλητικών, δυσάρεστων ή και τραυματικών γεγονότων, να έπεφτε μέσα στο χάσμα που δημιουργούσε αυτό το «σπλιτάρισμα» μεταξύ δεξιάς και αριστερής πλευράς, και να χανόταν από την αντίληψή της. Συγχρόνως, ο διαχωρισμός την έκανε πιο αδύναμη να αντιμετωπίσει κάτι δυσάρεστο. Η ενοποίηση δεξιάς και αριστερής πλευράς, έκλεισαν το χάσμα αυτό, πράγμα που, από τη μια, την έκανε πιο δυνατή και, από την άλλη, ήταν σαν τα δυσάρεστα γεγονότα να μην ήταν πλέον δυνατόν να χαθούν μέσα στο χάσμα, αλλά χτυπούσαν πλέον πάνω σε μια επιφάνεια, πράγμα που δεν της έδινε πλέον τη δυνατότητα να τα αγνοήσει. ο «σπλιτάρισμά» της σχετι- ζόταν με την τραυματική σχέση που είχε με τη μητέρα της και τη δυσκολία που είχε να την εμπεριέξει όταν ήταν παιδί. Μη μπορώντας να τη διαχειριστεί χωρίστηκε κυριολεκτικά στα δύο για να μην αντιλαμβάνεται πλήρως.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3

Η Αλεξάνδρα 28 ετών ήρθε στη θεραπεία λέγοντας ότι η ζωή της είναι σε «τακτοποιημένα κουτάκια», όπου όλα τα έχει υπό έλεγχο και οποιαδήποτε αβεβαιότητα την τρομάζει. Στις ερωτικές τις σχέσεις είχε τον απόλυτο έλεγχο των εκάστοτε συντρόφων της, οι οποίοι είχαν μηδαμινό χώρο για να εκφράσουν τη δική τους προσωπικότητα και στην ουσία δεν υπήρχαν. Μετά από κάποιο διάστημα στη θεραπεία, η ανάγκη της για έλεγχο μειώθηκε και κατόρθωσε να έχει μια σχέση με κάποιον ο οποίος καταλαμβάνει κάποιο χώρο και υπάρχει, σχέση που ομολογεί ότι τη βρίσκει πολύ πιο ενδιαφέρουσα.

Σε κάποια συνεδρία όμως είναι πολύ ανήσυχη, διότι ο σύντροφός της θέλει να φύγει από τη δουλειά του πατέρα του, και η ανησυχία ότι μπορεί αυτό να διαταράξει τη ρουτίνα της σχέσης τους την αναστατώνει τρομερά. Νιώθει σαν τα κύτταρα μέσα στο σώμα της να κινούνται ακατάστατα και να κολλάνε στα τοιχώματα του σώματός της. Με τη βοήθεια γείωσης και αναπνοής κατορθώνει να οραματιστεί τα «κύτταρά» της σε μια πιο κανονική ροή, ηρεμεί και νιώθει λιγότερη αναστάτωση.

Η ανάγκη της για έλεγχο και τάξη, συνδέεται με τη μητέρα της η οποία τη μεγάλωσε σε απόλυτη τάξη, με πολύ αυστηρές ώρες φαγητού και ύπνου, ένα σπίτι άψογα τακτοποιημένο, όπου επικρατούσε απόλυτη ησυχία και από το οποίο έφυγε αμέσως μόλις έγινε 18 χρονών.

Συμπέρασμα
Η έννοια του σωματικού σχήματος ως απεικόνισης της αρχικής προσαρμογής που χρειάζεται να κάνει το βρέφος και στη συνέχεια το παιδί για να συνυπάρξει με την μητέρα του, δίνει ενδιαφέρουσες ψυχοθεραπευτικές προοπτικές στις σωματικές ψυχοθεραπείες.

Είναι μια έννοια που χρήζει πε- ραιτέρω διερεύνησης, σε διάφορους τομείς. Συγκεκριμένα, θα ήταν ενδιαφέρον να χρησιμοποιηθεί η έννοια του σωματικού σχήματος στον τομέα των ανθρωπίνων σχέσεων για μια σωματική θεώρηση των διαφόρων θεμάτων που διακυβεύονται σε κάθε τύπο σχέσης: για παράδειγμα, θα ήταν ενδιαφέρον να διερευνήσει κανείς πώς απει- κονίζονται με σωματικά σχήματα, θέματα όπως το δικαίωμα ύπαρξης, η ανάγκη, θέματα κυριαρχίας κλπ. Επίσης, η έννοια του σχήματος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στη θεραπεία ζευγαριών.

  1. Lewin, K. (1935). A dynamic theory of personality; selected papers,. New York and London: McGraw-Hill Book Company.
  2. Bateson, G. (1972). Steps to an ecol- ogy of mind; collected essays in anthropology, psychiatry, evolution, and epistemology.San Francisco: Chandler Pub.
  3. Από την ομιλία του Allan Schore στο Διεθνές Συνέδριο της Βιοσύνθεσης, Λισαβόνα, 2006.
  4. Keleman, S. (1975). Your body speaks its mind: The bio-energetic way to greater emotional and sexual satisfaction (1975 ed., p. 30). New York: Simon and Schuster.
  5. Keleman, S. (1975). Your body speaks its mind: The bioenergetic way to greater emotional and sexual satisfaction (1975 ed., p. 30). New York: Simon and Schuster.

Βιβλιογραφία

Bateson, G. (1972). Steps to an ecology of mind; collected essays in anthropology, psychiatry, evolution, and epistemology. San Francisco: Chandler Pub.

Ben-Shahar, R. (2012). In: About Relational Body Psychotherapy, Edited by Young, C. Scottish Borders:Body Psycho- therapy Publications

Fairbairn, W.R.D., (1951): A synopsis of the author’s views regarding the structure of the personality. In: An Object Relations Theory of Per- sonality. New York: Routledge.

Fairbairn, W. R. D. (1954). Psy- choanalytic Studies of the Personality. New York: Basic Books.

Gerhardt, S. (2004). Why love matters: How affection shapes a baby’s brain. Hove, East Sussex: Brunner-Routledge.

Juhan, D. (1987). Job’s body: A handbook for bodywork. Barrytown, N.Y.: Station Hill Press ;.

Keleman, S. (1985). Emotional anatomy: The structure of experience (1985 ed.). Berkeley, Calif.:

Center Press.
Keleman, S. (2013). The Mystery of Embodiment. Energy and Character, 36: 93-99.

Keleman, S. (1975). Your body speaks its mind: The bio-energetic way to greater emotional and sexual satisfaction (1975 ed., p. 30). New York: Simon and Schuster.

Lewin, K. (1935). A dynamic theory of personality; selected papers,. New York and London: McGraw-Hill Book Company.

Schore, A. (1994). Affect regulation and the origin of the self the neurobiology of emotional development. Hillsdale, N.J.: L. Erl- baum Associates.

Stauffer, K. (2010). Anatomy & physiology for psychotherapists: Connecting body and soul. New York: W.W. Norton.

Winnicott, D. (1971). Playing and reality. New York: Basic Books.

Winnicott, D. (1965). The family and individual development. New York: Basic Books.

Winnicott, D.W. (1960). The Theory of the Parent-Infant Relationship. Int. J. Psycho-Anal., 41:585-595.

Winnicott, D. (1987). Through Pediatrics to Psychoanalysis Col-lected Papers. London: Routledge.